Είναι η πιο συχνή κάκωση του γόνατος. Η ρήξη στο μεγαλύτερο ποσοστό είναι αποτέλεσμα τραυματισμού σε αθλητές ή εκφυλιστικής βλάβης σε άτομα άνω των 60 ετών. Ο μηχανισμός της βλάβης αποδίδεται σε στροφικά και συμπιεστικά φορτία που ξεπερνούν την ανθεκτικότητα του μηνίσκου ή σε άμεση πλήξη του γόνατος.
Την ώρα του τραυματισμού ο ασθενής αισθάνεται ένα δυνατό θόρυβο σαν κάτι να έσπασε. Οι πιο πολλοί, ακόμα και οι αθλητές, μπορούν να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους. Το γόνατο γίνεται οιδηματώδες και δύσκαμπτο προοδευτικά σε διάστημα 2-3 ημερών. Σαφώς υπάρχει άλγος και μείωση του εύρους κίνησης. Ανάλογα με τη θέση και το εύρος της βλάβης μπορεί να υπάρξει αδυναμία πλήρους έκτασης του γόνατος, μάγκωμα ή και αίσθημα αστάθειας. Η παραπομπή στον εξειδικευμένο ορθοπαιδικό κρίνεται απαραίτητη για την επιβεβαίωση της βλάβης και την αξιολόγηση της βαρύτητάς της μέσω της κλινικής εξέτασης και των ανάλογων απεικονιστικών εξετάσεων.
Η αποφόρτιση, η αναλγησία, η τοποθέτηση επιθεμάτων και ίσως ειδικών ναρθήκων αποτελεί το πρώτο στάδιο της αντιμετώπισης. Από κει και πέρα ανάλογα με το προφίλ της βλάβης και την ύπαρξη ή όχι συνοδών κακώσεων καθορίζεται η περαιτέρω αντιμετώπιση. Μπορεί να είναι συντηρητική ή αρθροσκοπική (μηνισκεκτομή ή συρραφή).